Ο ΣΚΑΤΛΙΑΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΚΚΟΣ ΤΟΥ
-Ακούς εκεί το σκατλιάρη το παλιογέροντα μπι διούφορε μέσα του, να χαλεύει να μπει μες στο λάκκο του πατέρα του μη λάχει και χώσ’νε τον αδερφό του πρώτα από δαύτονε…, είπε με ιερή αγανάκτηση η Στέλλα, μια γριά γύρω στα ενενήντα αλλά λεβεντόκορμη και περήφανη, με διαύγεια πνεύματος αξιοθαύμαστη για τα χρόνια της.
-Τι μπαμπαλογάς μπρε μανάαα, ρώτησε με περιέργεια η κόρη της η Ξανθή, καθώς ασβέστωνε την αυλή της ενόψει του Πάσχα. Ποιος επέθανε και ποιος θέλει να μπει στο τάφο τ’ αλλουνού;