Λαϊκά παραμύθια

Ο Πορτοκαλής Ήλιος

Ο Πορτοκαλής Ήλιος

Ο «Πορτοκαλής Ήλιος» ξεμάκραινε από το λιμάνι του Πειραιά οχτώ το πρωί κι η ζέστη κιόλας ίδρωνε το κορμί, κολλούσε πάνω στο δέρμα. Η θάλασσα ασάλευτη θα ’μοιαζε αληθινό γυαλί, αν δεν ήταν οι άσπροι αφροί που ξεσήκωνε το καράβι χαράζοντάς την.

Kόσμος πολύς, περισσότερες γυναίκες με παιδιά, που ξεκινούσαν για κάποιο νησί του Σαρωνικού, την Αίγινα, τον Πόρο, την Ύδρα ή τις Σπέτσες. Τα σχολεία είχαν κλείσει κι οι μητέρες είχαν ετοιμάσει τις καλοκαιριάτικες αποσκευές: βατραχοπέδιλα, μάσκες, σαγιονάρες, ψάθινα ή πάνινα καπέλα.

O πετεινός ηγούμενος

O πετεινός ηγούμενος

Mια φορά κι έναν καιρό ένας πετεινός σκάλιζε σε μια κοπριά· κι εκεί που σκάλιζε, ηύρε μια φυλλάδα κι έγραφε μέσα στη φυλλάδα: «Πετεινός ηγούμενος να πάει στο χατζηλίκι». Tο πίστεψε λοιπόν κι ο ίδιος και πήρε το δρόμο να πάει στον Άγιον Tάφο, να γίνει χατζής.

Στο δρόμο που πήγαινε, τον βρίσκει η όρνιθα και του λέει:

– Ώρα καλή, κυρ-πετεινέ! Πού πηγαίνεις;

Kι ο πετεινός αποκρίθηκε:

– Πάω στον Άγιο Tάφο!

Το Γαϊτανάκι

Το Γαϊτανάκι

Μια φορά, δεν πάει καιρός, ζούσε σ’ ένα μικρό χωριό, κάπου εδώ κοντά, ένας άνθρωπος πολύ σοφός και πολύ γέρος. Η πλάτη του ήταν σκυφτή, τόσο σκυφτή, που η άσπρη του γενειάδα άγγιζε τη γη. Είχε διαβάσει τα βιβλία όλου του κόσμου και είχε μάθει τις γλώσσες όλων των ανθρώπων. Ζούσε απόμερα, σ’ ένα μικρό σπιτάκι, ολομόναχος. Στον κήπο του φύτρωναν κι άνθιζαν όλων των λογιών τα λουλούδια: τριαντάφυλλα, τουλίπες, μαργαρίτες, κυκλάμινα, ζουμπούλια κι όμορφα κατακόκκινα γαρίφαλα.

Σελίδες