Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα μέρος µακρινό, ζούσε ένας φτωχός μα πολύ όμορφος και προκομμένος νέος. Ο πατέρας του, σαν πέθανε, του άφησε ένα μικρό κομμάτι γης μέσα στο οποίο ήταν φυτρωμένα όλα κι όλα πέντε μισόξερα και καχεκτικά κλήματα. Γι’ αυτό κι οι συγχωριανοί του τον φώναζαν «Πεντεκλημά».
Ο Πεντεκλημάς, αναλαμβάνοντας ο ίδιος το κουμάντο του σπιτιού, κατάλαβε πως έπρεπε να πάρει την τύχη του στα χέρια του και ν’ αλλάξει την άγονη εικόνα του χωραφιού του. Έτσι, δεν έχασε καιρό. Άρπαξε το τσαπί του κι άρχισε να σκάβει τα κλήματα…